«Δεν θα απολογηθώ, το κόμμα ζήτησε να βάλουμε πλάτη και βάλαμε» λέει ο γρ. της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ - Ρεκόρ φαυλότητας και χυδαιότητας όλων των εποχών και των κυβερνήσεων - Φρίττει όποιος διαβάζει την ανακοίνωση-δικαιολογία για τον διορισμό μητέρας, αδερφού και φίλης - Έβγαλε «διορθωτική» απάντηση με βάση την κομματική γραμμή.
Κουτοπονηριά, αμοραλισμός, ένα περίεργο είδος ρεβανσισμού, επιτηδευμένη αγνόηση της πραγματικότητας, ακούσιο ξεμπρόστιασμα μίας ιδιοτελούς «επαναστατικότητας» ή απλώς ανοησίες για γέλια και για κλάματα;
Όπως και να ερμηνεύσει κανείς την «απάντηση», που επιχείρησε να δώσει ο νεαρός γραμματέας της Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ Ιάσονας Σχινάς Παπαδόπουλος, στις αποκαλύψεις του «Πρώτου Θέματος» για το διορισμό της οικογένειάς του (μητέρας, αδερφού και φίλης!) στον κυβερνητικό μηχανισμό, δεν μπορεί παρά να νιώσει θλίψη, ίσως και οργή. Θλίψη και ίσως οργή για τη λογική ιδιοκτησίας του κράτους, ως αντάλλαγμα και «αμοιβή» των κομματικών αγώνων. Ακόμα χειρότερα ο νεοεκλεγείς γραμματέας «σκυλεύει» πάνω στους αγωνιστές της Αριστεράς, σαν να είναι διορισμένος από την ιστορία, εμφανιζόμενος να παίρνει εκ μέρους τους την ιστορική ρεβάνς, δια της κατάκτησης των προνομίων της εξουσίας.
Η λογική με την οποία προσπαθεί, διολισθαίνοντας μεν στη γελοιότητα, αλλά προδίδοντας έναν ολόκληρο τρόπο θεώρησης των πραγμάτων, να απαντήσει ο κ. Σχινάς Παπαδόπουλος στους διορισμούς των δικών του στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, είναι κάπως έτσι: «Επειδή οι πρόγονοί μου ήταν στην αριστερά, όπως η γιαγιά μου στην ΕΠΟΝ, ο προπάππος μου και ο παππούς μου αντάρτες και επειδή η μάνα μου και ο πατέρας μου δεν κατάφεραν να μπουν στο δημόσιο, τώρα που ανέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ την εξουσία και στο μεταξύ έχει δώσει η οικογένειά μου κομματικούς αγώνες, έχουμε το δικαίωμα να διορίζουμε όσους και όποιους συγγενείς μας θέλουμε σε κυβερνητικές θέσεις. Δικαιούμαστε να έχουμε ο καθένας κι από ένα μισθό από το κόμμα ή την κυβέρνηση». Δεν τα λέει ακριβώς με αυτά τα λόγια, αλλά αυτό είναι το νόημα των όσων λέει, σε ένα κείμενο που περισσότερο παραπέμπει σε παραλήρημα, παρά σε τοποθέτηση ενός δημόσιου προσώπου, το οποίο υποχρεούται να δίνει λόγο και να στοιχειοθετεί κάθε πράξη, αλλά και να απαντάει με σύνεση και υπευθυνότητα στην κριτική που του ασκείται.
Ο κ. Σχινάς Παπαδόπουλος δεν νιώθει πουθενά την ανάγκη να μιλήσει για το πώς και γιατί βρέθηκαν σε θέσεις συμβούλων στην κυβέρνηση, η μητέρα του, ο αδελφός του, η φίλη του – ο δε πατέρας του είναι χρόνια έμμισθος υπάλληλος, με την ιδιότητα του δημοσιογράφου, στο ραδιοφωνικό σταθμό «στο Κόκκινο».
Μιλώντας με έπαρση και νομίζοντας ότι εκπροσωπεί τους ανιδιοτελείς ιστορικούς αγώνες της αριστεράς και μάλιστα ότι λειτουργεί ως εκπρόσωπος, που δικαιούνται κανονικό «μερίδιο», ο νεαρός ράπερ με την έφεση στην τυπική τιποτολογία μίας μερίδας της νέας γενιάς, που αρέσκεται στον επαναστατικό βαυκαλισμό και θεωρεί ως κανονικά ένσημα τις παρουσίες στις ασκήσεις της επαναστατικής γυμναστικής, του «μπάχαλου» και της καθολικής καταγγελίας, καταφέρνει να προσβάλει και τον ιστορικό χώρο, που υποτίθεται ότι υπερασπίζει και την κοινή λογική, αλλά και όλους όσοι δίνουν καθημερινή μάχη με την ανεργία για την επιβίωση.
Ο «επαναστάτης», αντιεξουσιαστής και δήθεν αντισυμβατικός του γλυκού νερού, που γοητεύτηκε από τα θέλγητρα της εξουσίας, θεωρεί «απάντηση» την επίθεση στον Τύπο, υιοθετώντας μία τακτική επιθέσεων και προσβλητικών (και ανορθόγραφων) αναφορών, εκπορευόμενη από την αντίληψη «πας μη δικός μας, βάρβαρος».
Η «αναφυλαξία» με την οποία αντιμετωπίζει την κριτική από τον τύπο η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι γνωστή και πλέον παροιμιώδης και ο νεαρός γραμματέας δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να ακολουθεί τυφλά την «γραμμή», απλώς με τον άγαρμπο τρόπο μίας μπρουτάλ, τάχα μου παθιασμένης επαναστατικότητας, που μόνο νέα δεν είναι. Πρόκειται για την πιο παλιά και αποτυχημένη ιστορικά συνταγή στην οποία κατέφευγε ο χώρος που εκπροσωπεί, αυτή της συνωμοσιολογίας και του «για όλα φταίνε οι άλλοι»!
Διαβάστε την ανακοίνωση-ρεκόρ φαυλότητας και χυδαιότητας όλων των εποχών και των κυβερνήσεων
Όταν ήμουν μικρός τα χρόνια της ευημερίας στην Ελλάδα θυμάμαι τους γονείς μου να μου λένε για την αριστερά, για το κίνημα, για τις ρίζες μας και πως δεν πρέπει να ξεχνάμε από που προερχόμαστε. Τότε ήμουν 10 χρονών και ακούγαμε το άξιον εστί και μου έλεγαν ιστορίες.Για την γιαγιά μου, την περήφανη επονήτισσα, βασανισμένη από τους χίτες στο χωριό της, που φθάνει σήμερα τα 90 και με καλημερίζει κάθε πρωί. Για τον προπάππο μου, που είχα την τύχη να τον γνωρίσω, δικαστή του ΕΑΜ και για τον παππού μου, αντάρτη στον Δημοκρατικό Στρατό που γλύτωσε την εκτέλεση στο τσακ αφού τον συλλάβανε τις μέρες της ήττας. Και μετά ώντας παππάς στην Αμαλιάδα οι φασίστες του λέγαν πως θα τον ξυρίσουν γιατί ήταν τραγόπαππας-κομμουνιστής και έπρεπε να φύγει να πάει αλλού, και δώστους δυσμενείς μεταθὲσεις από τους ιεροκήρυκες της αγάπης. Και θυμάμαι την μάνα μου να μου λέει πως της μάθαινε αντάρτικα στα κρυφά όταν ήταν ακόμη μωρό κι αυτός φορούσε ράσα και πως οι ανταρτες όταν χώρευαν στα βουνά γινότανε σεισμός.
Για τον δολοφονημένο θείο του πατέρα μου από φασίστες κάπου στα βουνά της ηλείας, το μάθαμε προφατα σε ένα βιβλίο και δεν ήξεραν καν που θάφτηκε και εαν θάφτηκε και το χειρότερο εαν έπρεπε να το πούμε στο αδερφό του. Για τον θείο-παππού Θοδωρή και τα μακρονήσια, την εξορία, τις κλειστές πόρτες μετά για δουλειά, γιατί αν ήσουν αριστερός σε κυνηγούσαν χωρίς αύριο και δεν είχες δικαίωμα να ταίσεις τα παιδά σου.
Για τις εκδρομές της ΕΔΑ μου μίλαγε ο πατέρας μου όταν ήταν αυτός μικρό παιδάκι, για το αντρίωμα του στο Πολυτεχνείο, στην ΟΜΛΕ, στη δικτατορία, για την δράση του στο δυναμικό φοιτητικό κίνημα, για την ΕΦΕΕ, για τον 815, τον Κουμή και την Καννελοπούλου, για την ΠΠΣΠ, για το ΚΚΕ-ΜΛ, για το χημείο, για τα όνειρα της τότε εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς... Εκεί γνώρισε και τον άνθρωπο της ζωής του, την Μητέρα μου που τον αντέχει κοντά 40 χρόνια...
Πάντα θυμάμαι πως και οι φίλοι των γονιών μου κάπου εκεί γύρναγαν στους αγώνες, στους δρόμους, άλλοι στην ΚΝΕ, άλλοι στον Ρήγα και άλλοι έξω από την βουλή και κάπου γύρναγε και η απογοήτευση, η ήττα, η ανασφάλεια. Γιατί κάποιοι πήγαν σπίτια τους, άλλοι όχι και το πράγμα προχωράει. Και δούλεψαν και έφτιαξαν οικογένεια και ποτέ δεν ζήτησαν λεφτά ούτε από τους ΠΑΣΟΚΟΥΣ ούτε από τους δεξιούς. Γιατί είναι αυτοδημιούργητοι και δεν χρωστάνε σε κανέναν και γι αυτό είμαι περήφανος...
Και κάπου το 2006, 18 χρονών εγώ τότε, πρίν μία δεκαετία, ο αδερφός μου, φοιτητής της ΑΣΟΕΕ μου λέει για το Δίκτυο, το άρθρο 16, τον αγώνα που έπρεπε να δώσουμε, και δίπλα μας στο δρόμο και τοτε και η μάνα μου και ο πατέρας μου (παρόλο που μια ζωή χοντρός είχε αρχίσει να κουράζεται στο περπάτημα και δεν άντεχε πολλά, πολλά).
Μετά στην Νεολαία ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ, στον ΔΕΚΕΜΒΡΗ, στις πλατείες και δώσ του δακρυγόνο και ξύλο και η μάνα μου να τρέχει στα κρατητήρια να βγάζει κόσμο, και ο αδερφός μου δίπλα πάντα εκεί να με ζυμώνει να μου αγοράζει βιβλία για τον ΜΑΡΞ και να μου εξηγεί το κεφάλαιο και τεχνικά ώντας εκτός από αριστερός και τεχνοκράτης και πάντα τον ζήλευα γι αυτό...Γιατί ποτέ δεν έμενε στη θεωρία. Δεν θα ξεχάσω όταν έμεινε για 2 μήνες στο κρεβάτι επειδή αρρώστηκε από την κούραση επειδή κάθε μέρα ήταν στην κατάληψη της ΑΣΟΕΕ...
Και ο καιρός έτρεχε και έμαθα για το Φορουμ το 05, για την νέα αριστερά της νίκης, για το οτί εμείς πρέπει να δικαιώσουμε τα όνειρα και τους πόθους των ηττημένων, όχι μόνο αυτών από τους οποίους εγώ προέρχομαι αλλά για όλους όσους δίνανε την ζωή τους με αυταπάρνηση και με θυσία μία ζωή χωρίς να λογαριάζουν τίποτα.
Και έτσι περνάνε 10 χρόνια συναρπαστικά στα οποία δώσαμε το είναι μας, τη ζωή μας ολόκληρη, χωρίς να λογαριάζουμε λεφτά, εργατοώρες, την υγεία μας, χωρίς ποτέ να περιμέναμε πως το 12 θα έτριζε συθέμελα ο τόπος και μετά τον Γενάρη, μετά τον Ιούλη. Και μετά για εμάς η πρώτη ήττα και κουβέντα με τους συτρόφους, κουβέντα στην ΟΒΑ του σπιτιού μου και μαθαίνουμε και σήμερα να είμαστε εδώ στα δύσκολα, βάζοντας το κεφάλι μας σε έναν βαθύ κουβά με σκατά, δεν ζητάμε τίποτα απο κανέναν, δεν θα ζητήσουμε ποτέ...Ο καθένας με την δική του πορεία, με την δική του ιστορία με δικούς τους αγώνες, χωρίς φιλοδοξιες να γίνουμε κάποιοι. Πάντα για τό κόμμα, μόνο για το κόμμα, για κανέναν ρουφιάνο, για κανένα αφεντικό και σε αυτούς δεν θα απολογηθώ ούτε εγώ ούτε η οικογένεια μου. Γιατί ο καθένας έχει επιλέξει να βάλει πλατη για να μην χάσουμε συλλογικά, βάζει πλάτη για να αλλάξει αυτή η βρωμιά που υπάρχει γύρω μας και μας πνίγει. Και η μάνα μου 30 χρόνια μαχόμενη δικηγόρος δεν περίμενε τον ΣΥΡΙΖΑ για να ζήσει, γιατί ο πατέρας μου τόσα χρόνια δουλειά, δουλειά, δουλειά από τα 16 στην οικοδομή κόλλαγε ένσημα, μετά πούλαγε βιβλία για να ζήσει και μετά στα λεξικά, στην Καθημερινή, στο flash και θα μπορούσα να γράφω μέχρι αύριο αλλά αυτό δεν έχει νόημα... Ποτέ όμως κρατικοδίαιτοι...
Κι ο αδερφός μου 10 χρόνια κοντά εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα και τώρα εκεί που πρέπει να βοηθήσει κι αυτός βοηθάει... Ποτέ δεν ζητήσαμε, ποτέ δεν περιμέναμε ανταμοιβή, το κόμμα μας ζήτησε να βάλουμε πλάτη και βάλαμε, γιατί αυτό είναι το σωστό, γιατί πάντα στην αριστερά χρωστάμε και δεν μας χρωστάει...Και δεν θα απολογηθώ σε κανέναν ούτε για τις ριζες μου, ούτε για την οικογένεια μου, γιατί αυτή είναι η ιστορία μου, γραμμένη σε λιγες γραμμές, γιατί αυτή δεν είναι μόνο η δικιά μου ιστορία, γιατι δεν είδαμε φως και μπήκαμε, γιατί υπάρχουν πολλοί σαν εμάς, πάρα πολλοί με τις δικές τους ιστορίες, τις δικές τους κοινές ιστορίες... Έχω γνωρίσει πολλούς και πολλές συντρόφους και συντρόφισσες με ιστορίες πολύ πιο βαριές από την δικιά μου... Και είμαι περήφανος και νιώθω ευγνωμοσύνη για κάθε σύντροφο και συντρόφισσα που στέκομαι στο πλάι του και αγωνίζομαι μαζί του απέναντι σε κάθε λογής πρώτο Φλέμα. Μπροστά στη ρουφιανιά και τον κιτρινισμό στέκομαι περήφανος και τους γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια,
Κατάλαβες ρουφιάνε;;
Ο Ιάσονας Σχινάς - Παπαδόπουλος είναι γραμματέας της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου