«Η ελληνική κυβέρνηση ζητούσε τους τέσσερις τελευταίους μήνες μία “πολιτική λύση” στην κρίση χρέους. Έχει φθάσει πιθανόν ο χρόνος να της προσφέρει η Ευρωζώνη μία τέτοια λύση», αναφέρει ο Σάιμον Νίξον σε άρθρο του στην εφημερίδα Wall Street Journal.
Οι διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με τους πιστωτές της δεν έχουν οδηγήσει - και δεν φαίνεται να οδηγούν - πουθενά και ο κίνδυνος ενός ατυχήματος είναι εξαιρετικά μεγάλος, σημειώνει ο Νίξον στο άρθρο του με τίτλο: «Ήρθε ο χρόνος να δώσουν οι πολιτικοί ένα τελεσίγραφο στην Ελλάδα».
«Για τους λόγους αυτούς», προσθέτει ο αρθρογράφος, «έχει φθάσει πιθανόν το πλήρωμα του χρόνου για να δώσουν οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης ένα τελεσίγραφο στην Αθήνα: Μία συμφωνία την οποία θα πρέπει να τη δεχθεί ή να την απορρίψει (take-it-or-leave-it deal) με μία σαφή καταληκτική προθεσμία. Αυτό το τελεσίγραφο θα περιλάμβανε μία εξήγηση για ό,τι έχει κάνει η Ευρωζώνη και για ό,τι είναι διατεθειμένη να κάνει για την Ελλάδα, καθώς και για το τι απαιτεί από την Ελλάδα ως αντάλλαγμα και τους λόγους (για αυτό)».
Η συμφωνία, συνεχίζει ο Νίξον, θα διατύπωνε επίσης τις συνέπειες μίας άρνησής της, που θα ήταν η παροχή πολιτικής κάλυψης στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να σταματήσει τη χρηματοδότηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
«Φυσικά», προσθέτει, «αυτή η κίνηση θα ήταν υψηλού κινδύνου. Αλλά ο κίνδυνος της διολίσθησης σε ένα ατύχημα είναι επίσης μεγάλος. Επιπλέον, ένα τελεσίγραφο θα διασφάλιζε ότι μία έξοδος από το ευρώ είναι μία συνειδητή κυρίαρχη απόφαση της Ελλάδας, που μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα σημαντική στη συζήτηση για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της υπόλοιπης Ευρωζώνης, η οποία είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσει».
Για να αποφευχθεί μία καταστροφή, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης μπορεί να χρειασθούν τώρα να δείξουν πολιτική υπευθυνότητα, σημειώνει ο Νίξον, προσθέτοντας: «Ένας λόγος που οι διαπραγματεύσεις τράβηξαν τόσο πολύ είναι ότι οι αξιωματούχοι είναι απρόθυμοι να λάβουν οποιοδήποτε μέτρο θα κορύφωνε την κρίση, προκαλώντας κατηγορίες εναντίον τους για υπέρβαση των αρμοδιοτήτων τους. Η ΕΚΤ θα έπρεπε εδώ και καιρό, ευλόγως, να έχει σκληρύνει τους όρους με τους οποίους οι ελληνικές τράπεζες έχουν πρόσβαση στον μηχανισμό έκτακτης χρηματοδότησής της. Αλλά ένας μη εκλεγμένος θεσμός είναι απρόθυμος να λάβει ένα μέτρο που μπορεί να οδηγούσε σε επιδρομές στις τράπεζες και την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων». Ωστόσο, προσθέτει ο αρθρογράφος, αυτή η απροθυμία για το τράβηγμα της σκανδάλης μπορεί να επιδεινώνει τώρα την κρίση.
Η συμφωνία, συνεχίζει ο Νίξον, θα διατύπωνε επίσης τις συνέπειες μίας άρνησής της, που θα ήταν η παροχή πολιτικής κάλυψης στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να σταματήσει τη χρηματοδότηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
«Φυσικά», προσθέτει, «αυτή η κίνηση θα ήταν υψηλού κινδύνου. Αλλά ο κίνδυνος της διολίσθησης σε ένα ατύχημα είναι επίσης μεγάλος. Επιπλέον, ένα τελεσίγραφο θα διασφάλιζε ότι μία έξοδος από το ευρώ είναι μία συνειδητή κυρίαρχη απόφαση της Ελλάδας, που μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα σημαντική στη συζήτηση για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της υπόλοιπης Ευρωζώνης, η οποία είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσει».
Για να αποφευχθεί μία καταστροφή, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης μπορεί να χρειασθούν τώρα να δείξουν πολιτική υπευθυνότητα, σημειώνει ο Νίξον, προσθέτοντας: «Ένας λόγος που οι διαπραγματεύσεις τράβηξαν τόσο πολύ είναι ότι οι αξιωματούχοι είναι απρόθυμοι να λάβουν οποιοδήποτε μέτρο θα κορύφωνε την κρίση, προκαλώντας κατηγορίες εναντίον τους για υπέρβαση των αρμοδιοτήτων τους. Η ΕΚΤ θα έπρεπε εδώ και καιρό, ευλόγως, να έχει σκληρύνει τους όρους με τους οποίους οι ελληνικές τράπεζες έχουν πρόσβαση στον μηχανισμό έκτακτης χρηματοδότησής της. Αλλά ένας μη εκλεγμένος θεσμός είναι απρόθυμος να λάβει ένα μέτρο που μπορεί να οδηγούσε σε επιδρομές στις τράπεζες και την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων». Ωστόσο, προσθέτει ο αρθρογράφος, αυτή η απροθυμία για το τράβηγμα της σκανδάλης μπορεί να επιδεινώνει τώρα την κρίση.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου