Μπαρούτι... μυρίζει πλέον το κυβερνητικό στρατόπεδο στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων με το ΤΑΙΠΕΔ και τον Στέργιο Πιτσιόρλα να προσπαθούν από τη μία να προωθήσουν τα προγράμματα στη βάση των δεσμεύσεων της τρίτης δανειακής σύμβασης, και από την άλλη διάφορους κυβερνητικούς παράγοντες να θέτουν προσκόμματα και εμπόδια, δημιουργώντας λίγο πολύ εμφυλιοπολεμικό κλίμα.
Τελευταίο κεφάλαιο στον ακήρυκτο πόλεμο στο εσωτερικό της κυβέρνησης η υπόθεση της αποκρατικοποίησης του διεθνούς αερολιμένα «Ελ. Βενιζέλος».
Στην πραγματικότητα όμως, οι διαθέσεις έχουν φανεί πολύ νωρίτερα (με τις περιπτώσεις του ΟΛΠ και των περιφερειακών αεροδρομίων), ενώ κατά τις ενδείξεις η κόντρα θα συνεχιστεί και θα κορυφωθεί με το Ελληνικό.
Με βάση τα συμφωνηθέντα με τους δανειστές, η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να αρχίσει να «τρέχει» το πρόγραμμα του «Ελ. Βενιζέλος» μέσα στον Φεβρουάριο, ώστε εξελικτικά και μέχρι το τέλος του έτους να προχωρήσουν τα δύο σκέλη του: η επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του αερολιμένα και η διάθεση του ποσοστού 30% που κατέχει το ΤΑΙΠΕΔ από το συνολικό 55% της κρατικής συμμετοχής στον ΔΑΑ.
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ. Για τους ξένους και ιδιώτες επενδυτές που μετέχουν στο αεροδρόμιο, η επέκταση της σύμβασης είναι ιδιαίτερα σημαντική μια και ο ΔΑΑ βρίσκεται εν όψει κρίσιμων αποφάσεων για το ενδεχόμενο επέκτασής του με νέο τερματικό σταθμό και υπό την έννοια αυτή η ανανέωση της σύμβασης διαμορφώνει και το επιχειρηματικό περιβάλλον μέσα στο οποίο το «Ελευθέριος Βενιζέλος» θα κινηθεί τα προσεχή χρόνια. Θεωρητικά οι διαδικασίες έρχονται σε μια ιδιαίτερα ευνοϊκή συγκυρία, με το αεροδρόμιο της Αθήνας να καταρρίπτει το ένα μετά το άλλο τα ρεκόρ αφίξεων (ξεπέρασε τους 19.000.000 επιβάτες φέτος, ενώ οι προβλέψεις για την επόμενη διετία μιλούν για 21.000.000 και πλέον) και να παρουσιάζει ιδιαίτερα υψηλή κερδοφορία η οποία πέραν των εσόδων για το δημόσιο, ανεβάζει και την αξία του στη διεθνή αγορά.
Ειδικότερα δε για τη σύμβαση παραχώρησης (σ.σ. η οποία λήγει το 2026 και μπορεί να επεκταθεί 10 χρόνια πριν τη λήξη της) η απόφαση του ΤΑΙΠΕΔ να προχωρήσει πρώτα με αυτήν δείχνει ευνοϊκή για το δημόσιο καθώς πέραν των σημερινών μετόχων μπορεί να προσελκύσει το ενδιαφέρον και άλλων «μνηστήρων». Υπενθυμίζεται ότι εκτός του 55% του δημοσίου, μέτοχοι στον ΔΑΑ είναι το καναδικό fund PSP Investments που σήμερα ελέγχει το 40% του αεροδρομίου (αγοράζοντας το μερίδιο 26,7% που πώλησε παλαιότερα η Hochtief και ελεγχοντας το 13% του επίσης καναδικών συμφερόντων fund HTAC, το οποίο ασκεί και το management και ο όμιλος Κοπελούζου με 5%.
Όμως, οι διαδικασίες καθυστερούν, ή στην ουσία έχουν βραχυκυκλώσει. Επισήμως ο Στέργιος Πιτσιόρλας έχει ενημερώσει από μηνός τους βασικούς μετόχους του αεροδρομίου, για την εκκίνηση των διαπραγματεύσεων με στόχο την παράταση της σύμβασης παραχώρησης. Όπως φαίνεται ωστόσο ο πρόεδρος του ΔΑΑ Παναγιώτης Ρουμελιώτης ακόμη δεν έχει «βάλει» την υπόθεση της διαπραγμάτευσης στο διοικητικό συμβούλιο, επικαλούμενος ότι αναμένει οδηγίες από την κυβέρνηση και τους αρμόδιους υπουργούς Υποδομών και Οικονομίας. Με την υπόθεση να παίρνει δημοσιότητα τις προηγούμενες ημέρες, ο κ. Ρουμελιώτης δημοσιοποίησε και σχετική του επιστολή.
Και βέβαια, όπως υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς, δεν πρόκειται απλώς για ένα… χαλασμένο τηλέφωνο, αλλά για μια πιο συντονισμένη τάση αντίδρασης μέσα στην κυβέρνηση για τις αποκρατικοποιήσεις. Η τάση αυτή, που έχει εκδηλωθεί και σε άλλα προγράμματα αποκρατικοποιήσεων (κυρίως του υπουργείου Υποδομών) με προεξάρχοντα τον αρμόδιο υπουργό Χρίστο Σπίρτζη, ο οποίος εμφανίζει «σκληρή γραμμή» απέναντι στο ΤΑΙΠΕΔ, ενώ συχνά «χρησιμοποιεί» τα διορισμένα ΔΣ των Οργανισμών για να περιπλέξει τις διαδικασίες, όπως έγινε πριν μερικές ημέρες και με την περίπτωση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
ΑΝΑΝΕΩΣΗ. Στην περίπτωση του ΔΑΑ, δεν ήταν τυχαίες οι διαρροές των τελευταίων ημερών ότι η ανανέωση της σύμβασης παραχώρησης, αντί των περίπου 300 εκατ. ευρώ που υπολογίζεται να φέρει, τελικά θα ζημιώσει το δημόσιο το οποίο θα πρέπει να καταβάλει ποσοστό της συμμετοχής του. Αντίθετα, κατά τις ίδιες διαρροές θα αξιοποιηθούν τα αποθεματικά του ΔΑΑ, ενώ οι ιδιώτες επενδυτές ...δεν θα βάλουν ούτε ευρώ.
Με την αγορά να επισημαίνει το όλο αυτό σκεπτικό είναι μεμονωμένο και θα πρέπει να συνυπολογίζεται με τα 750 εκατ. ευρώ που υπολογίζεται να φέρει η πώληση του κρατικού ποσοστού, αλλά και τα μακροπρόθεσμα οφέλη που θα έχει το κράτος από την επέκταση της σύμβασης, ο προβληματισμός αφορά περισσότερο την ένταση μέσα στην κυβέρνηση για τις αποκρατικοποιήσεις. Και η οποία εάν συνεχιστεί θα εκτροχιάσει το πρόγραμμα που τους τελευταίους μήνες έδειχνε να έχει μπει στις… ράγες.
Η περίπτωση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ
Σε αυτό το περιβάλλον η αγορά αναμένει με αγωνία τις εξελίξεις για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, όπου μετά την επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού αποκρατικοποίησης, η πλευρά του υπουργείου Υποδομών έθεσε νέα διοικητικά εμπόδια, καθιστώντας τελικά σχεδόν βέβαιη την παράταση της προθεσμίας της 26ης Απριλίου. Και όλα αυτά ενώ η Κομισιόν απειλεί άμεσα με ανάκτηση των παράνομων κρατικών ενισχύσεων ύψους 750 εκατ. ευρώ, σε περίπτωση που η ΤΡΑΙΝΟΣΕ παραμείνει στο Δημόσιο. Κάτι που σημαίνει ότι εάν δεν προχωρήσει άμεσα η αποκρατικοποίηση η ΤΡΑΙΝΟΣΕ... απλά θα κλείσει.
Το ευρύτερο «κλίμα» συμπαρασύρει και άλλα προγράμματα, όπως τον διαγωνισμό για την ROSCO που ενώ είχε προθεσμία υποβολής προσφορών για τις 17 Φεβρουαρίου, μετατέθηκε για τις 15 Μαρτίου, παρά το έντονο ενδιαφέρον από τη γαλλική Alstom και την Siemens.
Το... τομαχώκ του πολέμου ξεθάφτηκε όμως τις τελευταίες ημέρες και για το Ελληνικό, το οποίο ας μην ξεχνάμε πως ήταν η «σημαία» στην μάχη κατά των αποκρατικοποιήσεων την περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν στην αντιπολίτευση. Στην περίπτωση αυτή τα τύμπανα των αντιδράσεων άρχισαν να ηχούν λίγες ημέρες αφότου το ΤΑΙΠΕΔ ανακοίνωσε πως κινείται για επαναδιαπραγμάτευση της υφιστάμενης σύμβασης με την κοινοπραξία της Lamda Development ώστε να πετύχει ψηλότερο τίμημα, καλύτερους όρους πληρωμής των ωφελημάτων του δημοσίου, αλλά και μεγαλύτερη εμπλοκή των όμορων Δήμων στην επένδυση.
Τελευταίο κεφάλαιο στον ακήρυκτο πόλεμο στο εσωτερικό της κυβέρνησης η υπόθεση της αποκρατικοποίησης του διεθνούς αερολιμένα «Ελ. Βενιζέλος».
Στην πραγματικότητα όμως, οι διαθέσεις έχουν φανεί πολύ νωρίτερα (με τις περιπτώσεις του ΟΛΠ και των περιφερειακών αεροδρομίων), ενώ κατά τις ενδείξεις η κόντρα θα συνεχιστεί και θα κορυφωθεί με το Ελληνικό.
Με βάση τα συμφωνηθέντα με τους δανειστές, η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να αρχίσει να «τρέχει» το πρόγραμμα του «Ελ. Βενιζέλος» μέσα στον Φεβρουάριο, ώστε εξελικτικά και μέχρι το τέλος του έτους να προχωρήσουν τα δύο σκέλη του: η επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του αερολιμένα και η διάθεση του ποσοστού 30% που κατέχει το ΤΑΙΠΕΔ από το συνολικό 55% της κρατικής συμμετοχής στον ΔΑΑ.
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ. Για τους ξένους και ιδιώτες επενδυτές που μετέχουν στο αεροδρόμιο, η επέκταση της σύμβασης είναι ιδιαίτερα σημαντική μια και ο ΔΑΑ βρίσκεται εν όψει κρίσιμων αποφάσεων για το ενδεχόμενο επέκτασής του με νέο τερματικό σταθμό και υπό την έννοια αυτή η ανανέωση της σύμβασης διαμορφώνει και το επιχειρηματικό περιβάλλον μέσα στο οποίο το «Ελευθέριος Βενιζέλος» θα κινηθεί τα προσεχή χρόνια. Θεωρητικά οι διαδικασίες έρχονται σε μια ιδιαίτερα ευνοϊκή συγκυρία, με το αεροδρόμιο της Αθήνας να καταρρίπτει το ένα μετά το άλλο τα ρεκόρ αφίξεων (ξεπέρασε τους 19.000.000 επιβάτες φέτος, ενώ οι προβλέψεις για την επόμενη διετία μιλούν για 21.000.000 και πλέον) και να παρουσιάζει ιδιαίτερα υψηλή κερδοφορία η οποία πέραν των εσόδων για το δημόσιο, ανεβάζει και την αξία του στη διεθνή αγορά.
Ειδικότερα δε για τη σύμβαση παραχώρησης (σ.σ. η οποία λήγει το 2026 και μπορεί να επεκταθεί 10 χρόνια πριν τη λήξη της) η απόφαση του ΤΑΙΠΕΔ να προχωρήσει πρώτα με αυτήν δείχνει ευνοϊκή για το δημόσιο καθώς πέραν των σημερινών μετόχων μπορεί να προσελκύσει το ενδιαφέρον και άλλων «μνηστήρων». Υπενθυμίζεται ότι εκτός του 55% του δημοσίου, μέτοχοι στον ΔΑΑ είναι το καναδικό fund PSP Investments που σήμερα ελέγχει το 40% του αεροδρομίου (αγοράζοντας το μερίδιο 26,7% που πώλησε παλαιότερα η Hochtief και ελεγχοντας το 13% του επίσης καναδικών συμφερόντων fund HTAC, το οποίο ασκεί και το management και ο όμιλος Κοπελούζου με 5%.
Όμως, οι διαδικασίες καθυστερούν, ή στην ουσία έχουν βραχυκυκλώσει. Επισήμως ο Στέργιος Πιτσιόρλας έχει ενημερώσει από μηνός τους βασικούς μετόχους του αεροδρομίου, για την εκκίνηση των διαπραγματεύσεων με στόχο την παράταση της σύμβασης παραχώρησης. Όπως φαίνεται ωστόσο ο πρόεδρος του ΔΑΑ Παναγιώτης Ρουμελιώτης ακόμη δεν έχει «βάλει» την υπόθεση της διαπραγμάτευσης στο διοικητικό συμβούλιο, επικαλούμενος ότι αναμένει οδηγίες από την κυβέρνηση και τους αρμόδιους υπουργούς Υποδομών και Οικονομίας. Με την υπόθεση να παίρνει δημοσιότητα τις προηγούμενες ημέρες, ο κ. Ρουμελιώτης δημοσιοποίησε και σχετική του επιστολή.
Και βέβαια, όπως υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς, δεν πρόκειται απλώς για ένα… χαλασμένο τηλέφωνο, αλλά για μια πιο συντονισμένη τάση αντίδρασης μέσα στην κυβέρνηση για τις αποκρατικοποιήσεις. Η τάση αυτή, που έχει εκδηλωθεί και σε άλλα προγράμματα αποκρατικοποιήσεων (κυρίως του υπουργείου Υποδομών) με προεξάρχοντα τον αρμόδιο υπουργό Χρίστο Σπίρτζη, ο οποίος εμφανίζει «σκληρή γραμμή» απέναντι στο ΤΑΙΠΕΔ, ενώ συχνά «χρησιμοποιεί» τα διορισμένα ΔΣ των Οργανισμών για να περιπλέξει τις διαδικασίες, όπως έγινε πριν μερικές ημέρες και με την περίπτωση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
ΑΝΑΝΕΩΣΗ. Στην περίπτωση του ΔΑΑ, δεν ήταν τυχαίες οι διαρροές των τελευταίων ημερών ότι η ανανέωση της σύμβασης παραχώρησης, αντί των περίπου 300 εκατ. ευρώ που υπολογίζεται να φέρει, τελικά θα ζημιώσει το δημόσιο το οποίο θα πρέπει να καταβάλει ποσοστό της συμμετοχής του. Αντίθετα, κατά τις ίδιες διαρροές θα αξιοποιηθούν τα αποθεματικά του ΔΑΑ, ενώ οι ιδιώτες επενδυτές ...δεν θα βάλουν ούτε ευρώ.
Με την αγορά να επισημαίνει το όλο αυτό σκεπτικό είναι μεμονωμένο και θα πρέπει να συνυπολογίζεται με τα 750 εκατ. ευρώ που υπολογίζεται να φέρει η πώληση του κρατικού ποσοστού, αλλά και τα μακροπρόθεσμα οφέλη που θα έχει το κράτος από την επέκταση της σύμβασης, ο προβληματισμός αφορά περισσότερο την ένταση μέσα στην κυβέρνηση για τις αποκρατικοποιήσεις. Και η οποία εάν συνεχιστεί θα εκτροχιάσει το πρόγραμμα που τους τελευταίους μήνες έδειχνε να έχει μπει στις… ράγες.
Η περίπτωση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ
Σε αυτό το περιβάλλον η αγορά αναμένει με αγωνία τις εξελίξεις για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, όπου μετά την επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού αποκρατικοποίησης, η πλευρά του υπουργείου Υποδομών έθεσε νέα διοικητικά εμπόδια, καθιστώντας τελικά σχεδόν βέβαιη την παράταση της προθεσμίας της 26ης Απριλίου. Και όλα αυτά ενώ η Κομισιόν απειλεί άμεσα με ανάκτηση των παράνομων κρατικών ενισχύσεων ύψους 750 εκατ. ευρώ, σε περίπτωση που η ΤΡΑΙΝΟΣΕ παραμείνει στο Δημόσιο. Κάτι που σημαίνει ότι εάν δεν προχωρήσει άμεσα η αποκρατικοποίηση η ΤΡΑΙΝΟΣΕ... απλά θα κλείσει.
Το ευρύτερο «κλίμα» συμπαρασύρει και άλλα προγράμματα, όπως τον διαγωνισμό για την ROSCO που ενώ είχε προθεσμία υποβολής προσφορών για τις 17 Φεβρουαρίου, μετατέθηκε για τις 15 Μαρτίου, παρά το έντονο ενδιαφέρον από τη γαλλική Alstom και την Siemens.
Το... τομαχώκ του πολέμου ξεθάφτηκε όμως τις τελευταίες ημέρες και για το Ελληνικό, το οποίο ας μην ξεχνάμε πως ήταν η «σημαία» στην μάχη κατά των αποκρατικοποιήσεων την περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν στην αντιπολίτευση. Στην περίπτωση αυτή τα τύμπανα των αντιδράσεων άρχισαν να ηχούν λίγες ημέρες αφότου το ΤΑΙΠΕΔ ανακοίνωσε πως κινείται για επαναδιαπραγμάτευση της υφιστάμενης σύμβασης με την κοινοπραξία της Lamda Development ώστε να πετύχει ψηλότερο τίμημα, καλύτερους όρους πληρωμής των ωφελημάτων του δημοσίου, αλλά και μεγαλύτερη εμπλοκή των όμορων Δήμων στην επένδυση.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου